Με αφορμή το άρθρο της «Καθημερινής της Κυριακής» (5 Ιούλη), όπου «εξηγείται» γιατί «ο προοδευτικός στη σημερινή Ελλάδα σημαίνει και αντικομμουνιστής»!
Τα στοιχεία που παρατέθηκαν φαίνεται ότι βοήθησαν τον «νέο και τυχερό» συντάκτη της εφημερίδας, αφενός στο να ανατρέξει στην οικογενειακή του ιστορία, αναθυμούμενος την εμπειρία του πατέρα του, ο οποίος είχε κρατηθεί ως «όμηρος» στα Δεκεμβριανά, αφετέρου στο να ανοίξει μια πολιτικο-φιλοσοφική αναζήτηση που τον οδήγησε στο «τελικό» συμπέρασμα ότι «προκειμένου να είναι κανείς προοδευτικός, δηλαδή υπέρ της προόδου, στη σημερινή Ελλάδα με τα σημερινά προβλήματα, πρέπει να είναι και αντικομμουνιστής, όπως πρέπει να είναι και αντιφασίστας»...
Στην εξέλιξη του σκεπτικού του συντάκτη της «Καθημερινής» συνυπάρχουν, μαζί με τα πάγια επιχειρήματα του αντικομμουνισμού, μερικά νέα στοιχεία που θα πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα. Τα πρώτα, αν θέλετε, τα έχουμε συνηθίσει. Επικρέμαται επί των κεφαλών μας η αναθεώρηση της Ιστορίας: «Η ιστορική θεώρηση του εμφυλίου αναπόφευκτα θα αλλάξει κάποτε...», γράφει ο κύριος Κασιμάτης, την οποία, προσθέτει, έχει αναλάβει «μία νεώτερη γενιά ιστορικών» - φυσικά μνημονεύει τους Μαζάουερ, Καλύβα και Μαρατζίδη (εκπλαγήκατε;), τον πρώτο μάλλον για να προσδώσει κύρος «ιστορικού» στους δύο επόμενους. Αυτή η αναθεώρηση θα αποδείξει, εάν έχουμε καλά καταλάβει, ότι ο κομμουνισμός αποτέλεσε τη μεγαλύτερη εγκληματική συνωμοσία που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Περιμένουμε...
Πέρα όμως από τα γνωστά, τετριμμένα και λαϊκιστικά επιχειρήματα που έχουν πολλές φορές χρησιμοποιηθεί ενάντια σε κινητοποιήσεις εργαζομένων, προκύπτει, μέσα από τα γραφόμενα, ένα ουσιαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα δύο αστικά «κόμματα εξουσίας» της χώρας μας: Η ισχυρή παρουσία των κομμουνιστών στο κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό της χώρας υποχρεώνει αυτά τα κόμματα, αν όχι να αμβλύνουν, τουλάχιστον να καθυστερήσουν την εφαρμογή, να προσαρμόσουν και κυρίως να μασκαρέψουν τις κοινωνικές και πολιτικές τους επιλογές. Βρίσκονται, δηλαδή, κάτω από ένα είδος διπλής πίεσης. Από τη μια πλευρά πιέζονται από τον ελληνικό καπιταλισμό, αλλά κυρίως, από την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα διάφορα «κολέγια» των διεθνών οργανισμών και των αντίστοιχων συσκέψεων (π.χ. από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά και από τα διάφορα Νταβός, G8, G20 κλπ., από όπου εκπορεύονται οι κεντρικές κατευθύνσεις των πολιτικών που οφείλουν να εφαρμόσουν οι κυβερνήσεις) και, από την άλλη, από μια κοινωνία που όχι μόνο αντιδρά αλλά και που έχει διατηρήσει - σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες - το πολιτικό εργαλείο της αντίστασης των εργαζομένων, το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη τόσο για τη Νέα Δημοκρατία του Καραμανλή που ως κυβερνών κόμμα έχει υποστεί αυτή τη διπλή πίεση, αλλά και για το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου. Ο τελευταίος, πρόεδρος της σοσιαλδημοκρατικής «Σοσιαλιστικής Διεθνούς», βρίσκεται στην εξαιρετικά δυσάρεστη θέση να χρησιμοποιεί άλλη πολιτική γλώσσα στα διεθνή του αξιώματα και άλλη στη διεκδίκηση της διακυβέρνησης της Ελλάδας. Είναι μια αντίθεση που φαίνεται και μια διγλωσσία που κοστίζει στο ΠΑΣΟΚ. Για το λόγο αυτό ο αντικομμουνισμός του ΠΑΣΟΚ δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τον αντίστοιχο της ΝΔ, για να μην πούμε ότι ενίοτε παρουσιάζεται πιο αγχώδης και ως εκ τούτου επιρρεπής στη χυδαιότητα.
Οι απαραίτητες για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό αναδιαρθρώσεις σημαίνουν πριν από κάθε τι άλλο σκλήρυνση στα κοινωνικά μέτωπα. H σκλήρυνση εκφράζεται με πολιτικά μέτρα, τα οποία με τη σειρά τους εξειδικεύονται σε κοινωνικά: δηλαδή σε όλα αυτά τα νομοθετήματα που βλέπουμε να περιορίζουν το δικαίωμα σε σταθερή εργασία, τις ασφαλιστικές παροχές, την δημόσια δωρεάν Παιδεία, που περιορίζουν τα εργασιακά δικαιώματα, προάγουν το ρατσισμό και άλλα πολλά. Η επεξεργασία όλων αυτών των μέτρων γίνεται σε πολιτικό και μόνο επίπεδο και για το λόγο αυτό έχει καίρια σημασία η πλήρης υποταγή αυτού του επιπέδου στους σχεδιασμούς του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Δυσλειτουργία του πολιτικού συστήματος σημαίνει πρόβλημα για την όλη διαδικασία της αναδιάρθρωσης. Το σε εξέλιξη σχέδιο εφαρμογής ενός σκληρού ολοκληρωτισμού με κοινωνικά κατ' αρχή χαρακτηριστικά - τα πολιτικά έπονται - δεν μπορεί ν' αναπτυχθεί όσο ισχυρές πολιτικές δυνάμεις αντιστέκονται σε αυτό. Η μόνη δε πολιτική δύναμη που μπορεί να εκπροσωπήσει τα ευρύτατα στρώματα των εργαζομένων που άμεσα θίγονται από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις είναι οι κομμουνιστές. Για το λόγο αυτό είναι επείγον να εξαφανιστούν εκεί όπου υπάρχουν και να μην εμφανιστούν εκεί που δεν εμφανίζονται συγκροτημένα. Είναι εξαιρετικά χαρακτηριστικές οι τακτικές επισημάνσεις του σοβαρού γερμανικού περιοδικού «Spiegel» για το ότι στις ζώνες της παλαιάς Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας ή σε άλλα πρώην σοσιαλιστικά κράτη υπάρχει ένα είδος «νοσταλγίας» του κομμουνισμού. Το ζητούμενο είναι να καταπολεμηθεί αυτή η «νοσταλγία» πριν πάρει πολιτικά χαρακτηριστικά.
Και κάτι τελευταίο, για όσους έχουν μπερδευτεί από τον επίμονα «δημοκρατικό» λόγο της Ευρωπαϊκής Ενωσης και αναρωτιούνται για το πώς είναι δυνατό να μιλάμε συνεχώς για «δημοκρατία» και να χτίζουμε ταυτόχρονα ολοκληρωτισμό. Στο διάλογο, με αφορμή τις τελευταίες «ευρωεκλογές» ακούστηκε συχνά ότι 60% έως 70% των αποφάσεων που αφορούν στη ζωή των πολιτών της Ευρώπης, διαμορφώνονται από τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ετσι είναι, αν και πρόκειται για τη μισή αλήθεια. Η άλλη μισή έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο «θεσμικά» θωρακίζονται αυτά τα κέντρα λήψης αποφάσεων της Ενωσης από οποιαδήποτε μορφή ελέγχου εκ μέρους των λαών, το πώς περιορίζεται το δικαίωμα των τελευταίων να έχουν γνώμη για όσα τους αφορούν ακόμα και μέσα στο στενό πλαίσιο που η αστική δημοκρατία δεχόταν. Σήμερα αποφασίζουν οι «τεχνοκράτες» - αυτός ο γιγαντιαίος αυτόνομος μηχανισμός της ΕΕ. Και, ίσως κατά τύχη, τα κριτήρια με τα οποία αποφασίζουν είναι ταυτόσημα με εκείνα των ιθυνόντων του μονοπωλιακού καπιταλισμού....
Υστερόγραφο:
Αφού είχα κλείσει το κείμενο αυτό θυμήθηκα την παλαιά περιπέτεια του πατέρα του κυρίου Κασιμάτη που θήτευσε ως «όμηρος» του ΕΛΑΣ στη διάρκεια των Δεκεμβριανών. Θλιβερή περιπέτεια όντως, η οποία όμως έγινε σε γενικότερα θλιβερές εποχές. Βλέπετε, μερικές χιλιάδες από τους πατεράδες (και τις μανάδες και τ' αδέλφια...) των άλλων απάγονταν τις μέρες εκείνες από τους Βρετανούς, με την πολύτιμη συνεργασία των «ανανηψάντων» συνεργατών των Ναζί στην προγενέστερη κατοχική περίοδο, φορτώνονταν σαν ζώα σε αποβατικά πλοία και στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στις ερήμους της Αφρικής, όπου και συναντούσαν τους εκεί από καιρό έγκλειστους στρατιώτες του πάλαι ποτέ ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής. Οι φήμες που οι ίδιοι οι Βρετανοί τρομοκρατικά κυκλοφορούσαν ήθελαν μερικά από τα πλοία αυτά να μην έφθαναν στον προορισμό τους (κτύπησαν νάρκη) ή να αδειάζουν το ανθρώπινο φορτίο τους στη θάλασσα. Η ηγεσία του ΕΛΑΣ αποφάσισε τη στοχευμένη συγκέντρωση ομήρων ως μέτρο ανάγκης για να περιορίσει αυτόν τον μαζικό εξανδραποδισμό του λαού των συνοικιών της Αθήνας.
Θέλετε να μιλήσουμε για εγκλήματα με άρωμα αποικιοκρατίας; Στη διάθεσή σας. Αποτελεί, όπως φαντάζεστε, ένα πολύ ενδιαφέρον κεφάλαιο της σύγχρονης Ιστορίας.